Είμαστε όλοι ικανοποιημένοι. Άρχοντες και αρχόμενοι. Τουλάχιστον αυτό δηλώνουμε συχνά- πυκνά. Έχουμε – λέμε και επαναλαμβάνουμε – εμπεδώσει μεταπολιτευτικά την καλύτερη δημοκρατία της νεοελληνικής ιστορίας. Αυτό το τελευταίο είναι σωστό. Με μια παρατήρηση όμως. Όταν λέμε π.χ. ότι ένας άρρωστος είναι καλύτερα σημαίνει άραγε πως έγινε καλά; Όχι βέβαια. Σημαίνει απλά ότι εξακολουθεί να είναι άρρωστος μόνο που τώρα είναι καλύτερα από ό,τι προηγουμένως. Μήπως κάτι τέτοιο συμβαίνει και με το ίδιο το δημοκρατικό μας πολίτευμα;
Είμαστε όλοι ικανοποιημένοι. Ωστόσο συχνά – πυκνά αγανακτούμε, παραπονιόμαστε, διαμαρτυρόμαστε ότι το πολιτικό μας σύστημα είναι σάπιο κι αναξιόπιστο. Ότι η διαφθορά, η παραοικονομία, το «μαύρο» χρήμα, οι αδικίες, τα ρουσφέτια, η αναξιοκρατία κ.α. αυξάνονται και πληθύνονται. Ότι εκμηδενίσθηκε σχεδόν το «εμείς» και γιγαντώθηκε το «εγώ». Ότι οι αρχές και οι αξίες υποβαθμίστηκαν περιορίσθηκαν στο ελάχιστο και σε ελαχίστους. Κι όλα αυτά δεν φαίνεται ότι μπορεί στο ορατό μέλλον να τα εξοβελίσουμε. Να τα τιθασεύσουμε έστω να τα βάλουμε σε κάποια σειρά, να τα ελέγξουμε. Όλα αυτά όμως δεν είναι δείγμα υγείας της δημοκρατίας μας. Είναι συμπτώματα ασθένειας της. Σοβαρής μάλιστα!
Τα κόμματα μας, λέμε, είναι δημοκρατικά. Και τα ίδια συχνά- πυκνά το επαναλαμβάνουν. Κι εμείς το θεωρούμε δεδομένο. Βέβαια τα αριστερά ισχυρίζονται πως μόνον αυτά είναι «καθώς πρέπει» δημοκρατικά ενώ τα υπόλοιπα ασφαλώς και δεν είναι. Ο ισχυρισμός αυτός δεν κάνει ούτε τα κόμματα που τον προβάλλουν δημοκρατικά ούτε τα υπόλοιπα «φασιστικά», «απολυταρχικά» και τα παρόμοια.
Αν το καλοσκεφθούμε και στα κόμματά μας συμβαίνει ότι και στο πολίτευμά μας. Είναι μεν δημοκρατικά, αλλά…
Αλλά συγχρόνως είναι αρχηγικά με μηδαμινή έως ανύπαρκτη εσωκομματική δημοκρατία. Γιατί ποιος αλήθεια αγνοεί ότι, στα δύο μεγαλύτερα τουλάχιστον κόμματα, αυτά που στην ουσία διαχειρίζονται τις τύχες της χώρας, ο Πρόεδρος – σωστότερα ο αρχηγός – είναι αυτός που έχει τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο. Αυτός, και ενδεχομένως κάποιοι στενοί συνεργάτες του, αποφασίζουν για όλα. Ή σχεδόν για όλα. Αφήνουν ενδεχομένως, όταν αφήνουν, τα μικρά, τα ελάχιστα για τους βουλευτές και τις κομματικές οργανώσεις. Αυτός ορίζει και παύει, τους υπουργούς και υφυπουργούς του. Αυτός αποφασίζει ποιοι θα είναι υποψήφιοι βουλευτές. Σε κάποιες μάλιστα ειδικές περιπτώσεις, δια των στενών του συνεργατών πάντοτε, δίδει εντολή να εκλεγεί ή να μην εκλεγεί κάποιος υποψήφιος. Αυτός θέτει (ή δεν θέτει) θέμα κομματικής πειθαρχίας, όταν κρίνει ότι πρέπει. Αν και κάτι τέτοιο είναι κατά βάση αντισυνταγματικό. Και, στην ουσία, είναι «ισόβιος». Με την έννοια ότι δεν αποπέμπεται εύκολα από την ηγεσία του κόμματος. Παραιτείται βέβαια όταν ο ίδιος κρίνει ότι πρέπει να το κάνει. Όσο για τα κομματικά όργανα από ΚΕ και κάτω υπολειτουργούν. Συνέρχονται αραιά και πού. Κυρίως όταν πλησιάζουν εκλογές. Μ’ άλλα λόγια τα δύο μεγαλύτερα κόμματα τουλάχιστον, είναι εκλογικοί μηχανισμοί στη διάθεση του αρχηγού και των κατά τόπους παραγόντων.
Όσο για μας, τους απλούς πολίτες, προσαρμοζόμαστε, ως ανθρώπινα όντα, στις εκάστοτε συνθήκες. Με αποτέλεσμα ένα μεγάλο ποσοστό μας να έχει εθιστεί στην συναλλαγή και τη διαφθορά. Σε σημείο μάλιστα που να τα θεωρεί…φυσιολογικά και αναγκαία. «Έξις δευτέρα φύσις» έλεγαν οι αρχαίοι.
Πόσο δημοκρατικά είναι όλα τα παραπάνω ο καθένας το καταλαβαίνει. Όπως καταλαβαίνει ότι αυτή η κατάντια δεν μπορεί να συνεχισθεί. Οι συναλλαγές, οι «εξυπνάδες» οι κουτοπονηριές, ο καιροσκοπισμός, το ψέμα δεν μπορούν να συνεχιστούν. Γίναμε ρεζίλι και στους συνεταίρους μας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τόσο που η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανέλαβε να μας συνετίσει. Δύσκολο, αλλά συναινούσης και της οικονομικής κρίσης, μπορεί και να τα καταφέρει…
Το σωστό βέβαια θα ήταν να τα καταφέρουμε μόνοι μας. Κουβαλάμε στις πλάτες μας αιώνες εμπειρίας. Η ράτσα μας έδωσε στην ανθρωπότητα τα φώτα του πολιτισμού και της δημοκρατίας. Δεν δικαιούμαστε λοιπόν να συμπεριφερόμαστε ωσάν να τυφλωθήκαμε από τα φώτα που δώσαμε.
Δεν είναι εύκολο να τα καταφέρουμε. Δεν είναι όμως και αδύνατο. Και το κύριο βάρος των απαιτούμενων αλλαγών (της μετάλλαξης θα μπορούσε κανείς να πει) πέφτει στους κυβερνώντες, στην πολιτική μας ηγεσία γενικά. Είναι σίγουρα καλό και αισιόδοξο το γεγονός ότι σήμερα των δύο μεγαλύτερων κομμάτων ηγούνται πολιτικοί με εμπειρία, με χαμηλό προφίλ, με νέες ιδέες. Όμως εδώ που φτάσαμε αυτά δεν αρκούν. Το πολιτικό μας σύστημα δεν διορθώνεται με «ασπιρίνες». Όπως για παράδειγμα αυτές των βιογραφικών σημειωμάτων και των αρχηγικών διορισμών.
Εδώ που φτάσαμε χρειάζεται ανατροπή. Επανεξέταση και επαναπροσανατολισμός των βασικών θεσμών της Παιδείας, της Υγείας, του Πολιτισμού, της μαζικής ενημέρωσης των κομμάτων, της Δημόσιας Διοίκησης κ.α.
Από πού άραγε να αρχίσουμε; Από την Παιδεία πρώτα και από τον εκδημοκρατισμό και την ενεργοποίηση των κομμάτων μας. Από το «διαζύγιο» κράτους – κόμματος και κράτους- κυβέρνησης.
Στα θέματα αυτά θα αναφερθούμε σε επόμενα φύλλα μας.
Γιάννης Κορομήλης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου