24ωρες... ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ ΧΩΡΙΣ ΟΡΙΑ...ΣΤΕΙΛΕ ΤΟ ΘΕΜΑ ΣΟΥ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΕΙΔΗΣΗ...Συνεχής ροή Ειδήσεων από όλο τον Κόσμο.. Σελίδα Ενημέρωσης Και Σάτιρας...

Σάββατο

Ψυχικη Υγεια: Η κρίση στην κοινωνία..."κρίση" στην οικογένεια




Οι συνθήκες ζωής συνεχώς αλλάζουν και δημιουργούνται νέες ανάγκες, οι οποίες συχνά συνοδεύονται από άγχος και αβεβαιότητα, ιδιαίτερα για τους νέους ανθρώπους.
Η νεολαία σήμερα βιώνει σε πολύ έντονο βαθμό αυτές τις κοινωνικές αλλαγές, καθώς επηρεάζουν άμεσα...
το μέλλον τους, με αποτέλεσμα να είναι κυρίαρχο το αίσθημα της ανασφάλειας και συνάμα της εξάρτησης από την οικογένεια.



Προσπαθώντας οι νέοι – αλλά και οι γονείς τους – να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα, δημιουργούνται συχνά εντάσεις μέσα στην οικογένεια, που είναι πιθανόν να διαταράξουν τις σχέσεις γονέων και παιδιών. Κάτι τέτοιο δεν είναι παράλογο αν αναλογιστούμε το πόσο σημαντικό είναι για τους νέους η ανεξαρτητοποίηση και η αίσθηση ότι μπορούν να αναλάβουν και να διαχειριστούν μόνοι τους τη ζωή τους.

Κάτι τέτοιο όμως στις μέρες μας τείνει να γίνεται ολοένα και πιο δύσκολο, λόγω της συνεχώς αυξανόμενης ανεργίας και των χαμηλών μισθών στην αγορά εργασίας. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να παρατείνεται σημαντικά ο χρόνος συμβίωσης των παιδιών με τους γονείς τους, γεγονός που λειτουργεί ανασταλτικά στο να αναλάβει το παιδί τις ευθύνες για τη ζωή του και στο να μπορεί να έχει το δικό του προσωπικό χώρο όπου θα ζει ανεξάρτητα.

Οι λόγοι είναι τόσο οικονομικοί, όσο και συναισθηματικοί, αλλά και θέμα αναγκών. Αυτή η «αναγκαστική» συμβίωση περιορίζει και τις δύο μεριές – γονείς και παιδιά – στην προσωπική ανάπτυξη του καθένα, αφού οι μεν και οι δε βρίσκονται σε διαφορετική φάση στη ζωή τους, έχουν διαφορετικούς στόχους, διαφορετικές ανησυχίες και σίγουρα ο καθένας θέλει να επιβάλει τους δικούς του όρους μέσα στο σπίτι.

Οι γονείς, από τη μεριά τους, βρίσκονται σε μια φάση που λίγο πολύ έχουν ολοκληρώσει τα επαγγελματικά τους καθήκοντα, ίσως έχουν αποταμιεύσει κάποια χρήματα και επιθυμούν να ξεκουραστούν ή και να ασχοληθούν με πράγματα που παλιότερα ίσως να μην είχαν το χρόνο να κάνουν. Από την άλλη μεριά τα νέα παιδιά έχουν ανάγκη από περισσότερη ένταση στη ζωή τους, επιθυμούν αρκετά άτομα στον περίγυρο τους και – θεωρητικά τουλάχιστον – ασχολούνται με την επαγγελματική τους αποκατάσταση, όπως επίσης με την ερωτική/ συναισθηματική τους ζωή.

Όπως γίνεται φανερό, οι ανάγκες των δυο πλευρών όχι μόνο είναι διαφορετικές αλλά ίσως και αντικρουόμενες. Ιδιαίτερα μέσα στο πλαίσιο των σημερινών κοινωνικο-οικονομικών συνθηκών, όπου η επαγγελματική αποκατάσταση είναι πλέον πολύ δύσκολη, οι συγκρούσεις γίνονται ακόμη πιο έντονες,. Παρατηρείται λοιπόν ένα έντονο άγχος τόσο από τη μεριά των γονιών που ανησυχούν για το μέλλον του παιδιού τους όσο και από το ίδιο το παιδί, που έχει να αντιμετωπίσει την αβεβαιότητα για τη ζωή του. Ένας φαύλος κύκλος που γίνεται όλο και πιο έντονος όσο το πρόβλημα δεν επιλύεται.

Εκεί που πρέπει λοιπόν να στραφεί η προσοχή του καθένα είναι στο τι μπορεί να κάνει για να βελτιώσει την κατάσταση. Υπάρχουν παράγοντες για παράδειγμα τις οποίες δεν μπορούμε να ελέγξουμε άμεσα, όπως οι κοινωνικές συνθήκες. Αφού δεν γίνεται, λοιπόν, να εξαλείψει κανείς την κρίση και να αποκαταστήσει επαγγελματικά το παιδί του, θα ήταν περισσότερο χρήσιμο, να δοθεί βαρύτητα στους τρόπους με τους οποίους θα μπορέσουν να μειωθούν οι συγκρούσεις στην οικογένεια και να κρατηθεί η ισορροπία ούτως ώστε να μην διαταραχθούν οι σχέσεις μεταξύ των μελών.

Ένα πρώτο βήμα, θα μπορούσε να είναι καταρχήν η αξιολόγηση της τρέχουσας κατάστασης στην κοινωνία. Συνειδητοποίηση δηλαδή του γεγονότος ότι οι συνθήκες είναι πλέον πολύ διαφορετικές από αυτές στις οποίες μεγάλωσαν οι γονείς και σαφώς πιο δύσκολες για την εύρεση εργασίας. Το δεύτερο βήμα θα μπορούσε να είναι η αντικειμενική αξιολόγηση του ίδιου του παιδιού όσον αφορά τις δυνατότητές του και τα προσόντα που διαθέτει. Είναι σημαντικό να μην υπερτιμηθούν ή να μην υποτιμηθούν οι ικανότητές του. Στην πρώτη περίπτωση οι προσδοκίες των γονιών ξεπερνούν τις πραγματικές δυνατότητες του παιδιού, ενώ στη δεύτερη, η στάση των γονιών μπορεί να λειτουργήσει ανασταλτικά σε αυτό που το παιδί θέλει να ακολουθήσει στη ζωή του.

Από τα παραπάνω όμως προκύπτει το εξής ερώτημα: πόσο καλά γνωρίζουν οι γονείς το παιδί τους; Υπάρχει στη σχέση τους εμπιστοσύνη, έτσι ώστε το παιδί να μπορέσει να εκμυστηρευτεί στους γονείς του τα άγχη του και τους προβληματισμούς του; Προφανώς αυτά είναι ζητήματα που δε λύνονται από τη μια μέρα στην άλλη, αλλά αντίθετα απαιτούν δουλειά και από τις δύο πλευρές. Οπότε αν οι γονείς παρατηρήσουν πως το παιδί τους είναι απόμακρο, είναι κάτι που πρέπει να τους προβληματίσει, ώστε να ξεκινήσει μια διαδικασία προσέγγισής του. Κυρίαρχο ρόλο στη δημιουργία αληθινών σχέσεων γονέα – παιδιού παίζει ο διάλογος και η κατανόηση. Να αισθανθεί δηλαδή το παιδί ότι οι γονείς του είναι σύμμαχοι σε αυτή τη δύσκολη περίοδο και όχι επικριτές.

Παρόλα αυτά δεν πρέπει να παραλειφθεί το γεγονός ότι τα σημερινά παιδιά μεγαλώνουν «υπερ-προστατευμένα». Λόγω των δυσκολιών που βίωσαν οι γονείς στη δική τους παιδική ηλικία και προσπαθώντας να μη λείψει τίποτα στους δικούς τους απογόνους, το παιδί ενδεχομένως να στηρίζεται σε αυτούς, να μη μοχθεί για το μέλλον του και να αντιμετωπίζει τη ζωή του με νωθρότητα έχοντας τη σίγουρη στήριξη των γονιών του.

Με λίγα λόγια είναι αναγκαίο, στο πλαίσιο της γενικότερης κρίσης στην κοινωνία, να διαφυλαχθεί η ισορροπία στην οικογένεια, κάνοντας φανερές ο καθένας τις ανάγκες του. Δεν θα πρέπει να θεωρείται τίποτα δεδομένο, αλλά αντίθετα να αναπτύσσεται συζήτηση για ό,τι προκύπτει. Γιατί αν δεν γνωστοποιήσουν οι γονείς τις ανάγκες τους, θα δυσανασχετούν βουβά ή θα φέρονται με εκνευρισμό απέναντι στο παιδί, και αντίστοιχα το παιδί ή θα θεωρεί ως δεδομένο ότι οι γονείς του το καταλαβαίνουν και συμπάσχουν ή θα νιώθει απομονωμένο επειδή το επικρίνουν συνέχεια.

Τέλος αξίζει να σημειωθεί, πως οι παραπάνω καταστάσεις σε καμία περίπτωση δε χρειάζεται να γενικευθούν. Η κάθε οικογένεια, το κάθε άτομο διακατέχεται από συγκεκριμένα και μοναδικά χαρακτηριστικά και σίγουρα οι παραπάνω προτάσεις δεν αποτελούν μια «μαγική λύση» για κάθε οικογένεια. Σ’ αυτό το σημείο να αναφερθεί ότι είναι χρήσιμο και βοηθητικό, σε κάποιες περιπτώσεις, να απευθυνθεί κανείς σε ειδικούς (ψυχολόγοι, οικογενειακοί ψυχοθεραπευτές, σχολικοί ψυχολόγοι κλπ), οι οποίοι θα δουλέψουν σε βάθος με την οικογένεια και θα συμβάλλουν στην επίλυση των όποιων ζητημάτων.

Σωτηρία Κυριαζίδου

Ψυχολόγος – Εκπαιδευόμενη στην Κλινική Νευροψυχολογία

Εκπαιδεύτρια Σχολών Γονέων Ν. Έβρου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου